
Εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», με αφορμή την κυκλοφορία του νέου βιβλίου του Νίκου Μιχαλόπουλου για τον Ολυμπιονίκη, Εμμανουήλ Καραλή.
ΤΕΤΑΡΤΗ 23 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2025
«Μήπως ζητάμε πολλά από τους Πρωταθλητές;»
Εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ»
Γράφει ο Κώστας Μπουρούσης
Τους θαυμάζουμε και τους αποθεώνουμε για το σώμα τους και για όσα σχεδόν υπεράνθρωπα πετυχαίνουν μέσω της προπόνησης και της αφοσίωσης, της θέλησης και του πείσματος, της προσπάθειας και της σκληρής δουλειάς. Το βιβλίο του Εμμανουήλ Καραλή με τίτλο «Οταν κοιτάς από ψηλά» που κυκλοφορεί αύριο υπενθυμίζει ότι είναι καιρός να ασχοληθούμε στα σοβαρά και με την ψυχή των πρωταθλητών.
«Δεν είναι ο πρώτος μου τελικός σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Έζησα το Τόκιο. Ακολούθησα τα μετάλλια. Για τους περισσότερους η τέταρτη θέση πονάει. Καμιά φορά περισσότερο κι από την πέμπτη, την έκτη ή την όγδοη. Για μένα ήταν κάτι σαν βάλσαμο. Άκουσα να με αποκαλούν για πρώτη φορά ολυμπιονίκη και δυσκολευόμουν να το αφομοιώσω. Όμως το είχα ανάγκη τότε. Λίγοι ήξεραν γιατί. Έμπαινα σε μια νέα φάση στη ζωή μου, που ήταν αδύνατον τότε να υπολογίσω πού οδηγούσε.
Ήμουν ένας εντελώς άλλος αθλητής από αυτόν που είμαι σήμερα. Ένας εντελώς άλλος άνθρωπος. Ίσως δεν μπορούσα ακόμα να διαχειριστώ την προσδοκία, που για πρώτη φορά έμπαινε ουσιαστικά σε μεγάλη κλίμακα με τέτοιον τρόπο στη ζωή μου. Την καλή προσδοκία που έτρεφαν οι άλλοι προς το πρόσωπό μου, εννοώ.
Η καλή προσδοκία είναι κάτι σαν ένα χωράφι στρωμένο με νάρκες. Κάθε βήμα μπορεί να είναι αυτό που δεν θα με αφήσει να συνεχίσω. Μπορεί να είναι αυτό που δεν θα μου επιτρέψει να περάσω απέναντι. Μπορεί να είναι αυτό που θα με σκοτώσει. Τέτοιο βάρος είχε μέσα μου η καλή προσδοκία».
Άλλες γενιές, ίδια φλόγα
Αυτό είναι ένα σύντομο αλλά χαρακτηριστικό απόσπασμα από την πηγαία αφήγηση του Εμμανουήλ Καραλή, όπως την κατέγραψε ο Νίκος Μιχαλόπουλος, πρωταθλητής του ακοντισμού και συγγραφέας, στο «Όταν κοιτάς από ψηλά». Παρότι τα μαθήματα ζωής που έχει προλάβει όχι μόνο να πάρει, αλλά να εμπεδώσει μόλις στα 25 του χρόνια ο χάλκινος Ολυμπιονίκης του Παρισιού, μαζί με την εξιστόρηση λίγο πολύ της ζωής του όλης, κυκλοφορούν στις 24 Απριλίου (εκδ. Διόπτρα), το βιβλίο του ήδη έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον.
Ανάμεσα στα άλλα γιατί αναδεικνύει με τον πιο βιωματικό και μοιραία εύληπτο τρόπο το ζήτημα της ψυχικής υγείας των πρωταθλητών και επαναφέρει ένα ερώτημα που μόλις πρόσφατα έπαψε να θεωρείται ταμπού: «Μήπως ζητάμε πολλά από τους πρωταθλητές;».
Τη δεκαετία του ‘80 όταν ο Μιχαλόπουλος προπονούνταν μαζί με τον δεκαθλητή Χάρη Καραλή δε φανταζόταν πως τρεις και πλέον δεκαετίες μετά θα έβαζε στο χαρτί την ιστορία του γιου του. Και μάλιστα θα ξεκινούσε λίγες εβδομάδες μετά τη σημαδιακή κατάκτηση του χάλκινου ολυμπιακού μεταλλίου από τον Έλληνα επικοντιστή πέρσι το καλοκαίρι.
«Δούλεψα πρώτα με τους γονείς του Εμμανουήλ, τον Χάρη και την Σάρα, και κατόπιν με τον ίδιο. Βρισκόμασταν σχεδόν κάθε μέρα μετά τις προπονήσεις του στο Ολυμπιακό Στάδιο. Ήταν πολύ ωραίες αυτές οι βραδιές. Μιλήσαμε και δακρύσαμε και κλάψαμε πολλές φορές. Οι ιστορίες του άγγιξαν και πολλά δικά μου κομμάτια. Και πάντα χωρίζαμε με μια αγκαλιά, από αυτές τις αγκαλιές που δεν τις ξεχνάς», θυμάται ο Μιχαλόπουλος.
Σε αντίθεση με τον Καραλή, ο οποίος έχει εμφατικά παρούσα δίπλα του την οικογένειά του, ο πρωταθλητής του ακοντίου που πλέον αγωνίζεται στην κατηγορία Masters και συγγραφέας δεν είχε ποτέ σύμμαχο την οικογένειά του. Οι γονείς του μόνο μια φορά βρέθηκαν σε αγώνα του, λέει. Παρά τις διαφορές και τη μεσολάβηση του χρόνου πάντως ο Μιχαλόπουλος επισημαίνει ότι βρήκε πολλές -λυτρωτικές για τον ίδιο- συνάφειες με τα στιγμιότυπα ζωής του Καραλή.
«Μέσα από τη συζήτηση με τον Εμμανουήλ απελευθερώθηκα. Μετά από τόσα χρόνια και, μολονότι βρισκόμαστε σε μια τόσο διαφορετική κατάσταση με τον Εμμανουήλ -εγώ με πια 56 ετών εκείνος 25 χρονών και στο απόγειο μιας τεράστιας καριέρας-, πολλά πράγματα παραμένουν κοινά. Μπορεί να αλλάζει το πλαίσιο, μπορεί να αλλάζει το αποτέλεσμα, μπορεί να αλλάζει ο κόσμος που κινείται γύρω σου και οι εποχές, αλλά η φλόγα που σε καίει, το μεράκι, το όνειρο, ο στόχος αλλά και ο φόβος είναι τα ίδια τελικά».
Εκείνο που αλλάζει και – ευτυχώς με βήμα ταχύ- είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε τους αθλητές. Όχι σαν αλύγιστους υπερήρωες κατασκευασμένους από μύες και προγραμματισμένους να παράγουν ρεκόρ, αλλά ως ανθρώπους με συναισθήματα, αδυναμίες και δικαίωμα ακόμα και στην αποτυχία.
Το burn out των πρωταθλητών
«Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει πολλούς αθλητές να καταρρέουν. Άλλοι καταφέρνουν να αναγεννηθούν και άλλοι τα παρατάνε», λέει ο Μάκης Χαμαλίδης, αθλητικός ψυχολόγος της εθνικής ομάδας βόλεϊ της Γαλλίας, της ποδοσφαιρικής ομάδας Μονακό και της γαλλικής αποστολής στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού. «Ξεκίνησε από τον Μάικλ Φελπς, την Σιμόν Μπάιλς και την Ναόμι Οσάκα. Αθλητές δηλαδή που για πρώτη φορά άρθρωσαν τη σκέψη ότι τα μετάλλια δεν είναι τελικά τόσο σημαντικά όσο η ψυχική υγεία τους.
Ο Φελπς μάλιστα δημιούργησε και ένα ντοκιμαντέρ («The Weight of Gold», 2020, HBO) στο οποίο αφηγούνταν την ζωή του ως πρωταθλητής. Προπόνηση 365 μέρες το χρόνο, χωρίς διακοπές, χωρίς Χριστούγεννα και αργίες, χωρίς διάλειμμα. Υπήρχε και πόνταρε σε μία μόνο ταυτότητα, εκείνη του αθλητή. Κι αυτό του δημιούργησε πρόβλημα γιατί ξέχασε ότι χρειάζεται και ένα δεύτερο πόδι, για να μένεις όρθιος στην ζωή».
Για τον Χαμαλίδη, ο οποίος διαθέτει εμπειρία 30 ετών στο συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο και συνομιλεί καθημερινά με αθλητές κορυφαίου επιπέδου, το πόσο ισχυρό θα αποδειχθεί το project κάθε αθλητή εξαρτάται από τρεις πυλώνες.
«Πρώτα έχουμε το πόσο μεγάλο και πόσο βαθύ είναι το γιατί ένας πρωταθλητής κάνει ό,τι κάνει. Εν συνεχεία υπάρχει το περιβάλλον του. Ποια άτομα είναι εκείνα που του δίνουν και ποια του παίρνουν ενέργεια; Ποια άτομα είναι τοξικά και ποια βρίσκονται κοντά του από συμφέρον; Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε τον παράγοντα της οικογένειας και του στενού κύκλου ανθρώπων.
Ο αθλητής πρέπει να έχει την ικανότητα να μπορεί να προχωρά και να αποδέχεται ότι δεν μπορεί να αρέσει σε όλους. Ακόμα κι αν μιλάμε για την οικογένειά του. Πάντως, έχοντας λάβει μέρος σε πολλές διοργανώσεις έχω δει ότι οι αθλητές που παραμένουν στο πολύ υψηλό επίπεδο είναι τελικά εκείνοι που έχουν πολύ λίγα άτομα γύρω τους».
Οι άλλοι – οικογένεια, προπονητές, ομοσπονδίες ή ακόμα και οι φίλαθλοι- και οι προσδοκίες τους από τους πρωταθλητές, αυτές που ο Καραλής περιγράφει ως ναρκοπέδιο στο βιβλίο του, είναι αναμφίβολα ένας κυρίαρχος παράγοντας πίεσης.
Σε αυτό συμφωνεί και ο Δημήτρης Ελευθερόπουλος, παλαίμαχος ποδοσφαιριστής, προπονητής και σύμβουλος αθλητικής και ψυχικής υγείας: «Οι σχέσεις των επαγγελματικών αθλητών με τους σημαντικούς άλλους, όπως λέμε στην Ψυχολογία, δεν είναι πάντα ρεαλιστικές. Συχνά υπάρχει υπερεπένδυση – μαζί και υπερπροστασία και υπερπροσδοκία- ακόμα και από τους τους γονείς απέναντι στον αθλητή αναφορικά με εκείνα που λόγου χάρη μπορεί μέσω των επιδόσεών του να προσφέρει στην οικογένεια», εξηγεί.
Αντίστροφη μέτρηση
Ο παλαίμαχος τερματοφύλακας βάζει και μία ακόμα παράμετρο στην εξίσωση, την οποία οι περισσότεροι παραγνωρίζουμε ή προσπερνάμε. Εκείνον της ημερομηνίας λήξης.
«Ο πρωταθλητής δεν έχει μόνο να αναμετρηθεί με το στρες να κερδίσει τον αντίπαλο, να αποδώσει στον αγώνα, να έχει μια καλή επίδοση, να μην τραυματιστεί ή να διαχειριστεί την πίεση που υπάρχει πλέον και από τα social media. Όλα αυτά πολλαπλασιάζονται από την κλεψύδρα του χρόνου που μετρά αντίστροφα. Κάθε αθλητής γνωρίζει ότι η καριέρα του τελειώνει στα 33, 34, άντε στα 35. Δεν έχει ατελείωτο χρόνο μπροστά του».
Μάλιστα η αμηχανία με την οποία έρχονται αντιμέτωποι πολλοί πρωταθλητές όταν κρεμάνε τα παπούτσια τους και το άδηλο μέλλον ακριβώς στην πιο δημιουργική στιγμή της ζωής τους μπορεί να γίνει ένα ακόμα πρόβλημα. «Υπάρχει ένα παράδοξο στον πρωταθλητισμό. Πρέπει να προετοιμάζεσαι για μια διπλή καριέρα ενώ στην πραγματικότητα ο ίδιος ο πρωταθλητισμός σου καταναλώνει όλη τη σωματική και πνευματική ενέργεια και βέβαια το χρόνο», καταλήγει ο Ελευθερόπουλος.
Δεν είναι όμως μόνο το τέλος μιας πορείας η οποία συνήθως ξεκινά από την παιδική ηλικία και στην οποία επενδύεται μια ολόκληρη ζωή, αλλά ακόμα και η κορύφωσή της που μπορεί να αποπροσανατολίσει ή να αποσυντονίσει έναν πρωταθλητή.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία που η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή δημοσίευσε το 2023 το 33,6% των ελίτ αθλητών υποφέρουν από στρες και συμπτώματα κατάθλιψης τους μήνες ακριβώς μετά τη διεξαγωγή του κορυφαίου αθλητικού γεγονότος. Ακόμα και η επίτευξη ενός στόχου ζωής απαιτεί νηφαλιότητα, ωριμότητα και διαχείριση.
Η αμηχανία της κορυφής
«Αυτό ισχύει στο 100%», λέει ο Απόστολος Χρήστου με την εμπειρία της κατάκτησης του αργυρού μεταλλίου στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού νωπή στη μνήμη και στο παλμαρέ του.
«Τους πρώτους 3-4 μήνες πήγαινα στην προπόνηση και ήμουν αποπροσανατολισμένος. Δεν μπορούσα να θέσω τον επόμενο στόχο. Τώρα ουσιαστικά έχω βρει κάποια κίνητρα, για να έχω όρεξη και ενδιαφέρον στην προπόνηση, ώστε να φτάσω στο 100% των δυνατοτήτων μου και, όταν σταματήσω την καριέρα μου, να ξέρω ότι έκανα ό,τι μπορούσα. Αυτό με κρατάει», εξηγεί ο 28χρονος Ολυμπιονίκης της κολύμβησης.
Τι είναι όμως εκείνο που προβληματίζει και πολλές φορές γίνεται βάρος για τους πρωταθλητές; Τι είναι εκείνο που παρατηρεί και αφουγκράζεται ο ίδιος;
«Ένα συχνό ζήτημα είναι ότι οι αθλητές εστιάζουν στο αποτέλεσμα που θέλουν να φέρουν και χάνουν όσα πρέπει να γίνουν σωστά στην πορεία για να φτάσουν στο αποτέλεσμα. Αφοσιώνονται στο τι θα γίνει, παρά στο πώς θα γίνει», λέει. Και με τα σχόλια εκείνων που με την ίδια ευκολία που επευφημούν έναν αθλητή στις καλές στιγμές του τον αποδομούν στις κακές του τι γίνεται; «Προσωπικά δεν έχω νιώσει να με περιμένουν στη γωνία, αλλά είμαι σίγουρος ότι υπάρχει ως φαινόμενο. Αν μιλάμε για μένα, πλέον δεν έχω να αποδείξω τίποτα σε κανένα. Με το ολυμπιακό μετάλλιο έχω ολοκληρωθεί ως αθλητής», καταλήγει.
Εξομολόγηση για μετάλλιο
Συχνά η ταυτότητα του αθλητή – πόσο μάλλον του πρωταθλητή- είναι τόσο γιγαντωμένη που επισκιάζει οποιαδήποτε άλλη πτυχή της ζωής του. Όμως εσχάτως βλέπουμε ολοένα και πιο συχνά πρωταθλητές να προτάσσουν και να επιλέγουν την ψυχική ισορροπία τους από τα μετάλλια. Όπως ο Διονύσης Ξένος.
Σε μια από τις καλύτερες στιγμές της αθλητικής καριέρας του ο κορυφαίος καρατέκα αποφάσισε να κλείσει τις παρτίδες του με την αγωνιστική δράση. Δημοσιοποίησε μάλιστα τους λόγους μέσα από μία ανάρτηση στα κοινωνικά δίκτυα:
«Η φόρμα μου είναι εκπληκτική, νιώθω καλύτερα από ποτέ σωματικά και εγκεφαλικά. Ψυχικά όμως, ο Διονύσης, ο οποίος έζησε για μήνες μέσα σε πολύ σκοτάδι, δεν είναι έτοιμος. Και μια βιαστική κίνηση μπορεί να αποβεί μοιραία. Δεν πρόκειται να ταλαιπωρήσω αυτό το αγόρι που έζησε μέσα στα τατάμι θαρραλέα τόσα χρόνια, υπηρετώντας και εκπληρώνοντας τα όνειρα του με προλεταριακή εργατικότητα και να του φθείρω την ψυχούλα περαιτέρω. Η πνευματική νηνεμία είναι προτεραιότητα».
«Όπως δεν έκρυψα τις επιτυχίες μου, έτσι αποφάσισα να μην κρύψω και τις αποτυχίες μου», λέει ένα χρόνο μετά τη γενναία ανάρτηση-προπομπό του τέλους της αγωνιστικής καριέρας του.
Προπονητής καράτε σήμερα στο σύλλογο Οδυσσέας ο Ξένος λέει ότι η απόφασή του να σταματήσει μπορεί να ξάφνιασε πολλούς, όχι όμως τον ίδιο. Καταλυτικό ήταν το το γεγονός πως παρότι γαλουχήθηκε και ανδρώθηκε στο τατάμι, δεν εγκλωβίστηκε ποτέ στο κέλυφος του αθλήματός του.
«Δεν ετεροπροσδιορίστηκα ποτέ μέσω του καράτε, γι’ αυτό και μάλλον δεν πέρασα την περίοδο του “ποιος είμαι;” και “τι κάνω τώρα;” αμέσως μετά. Μπορώ να πω ότι περισσότερο αποσυντονιζόμουν έπειτα από μια μεγάλη νίκη ή μια μεγάλη ήττα, παρά όταν αποσύρθηκα από την ενεργό δράση».
Υπάρχουν εκείνοι που θεωρούν μάλλον στρεβλά πως το άθλημα δίνει αξία στον άνθρωπο. Και οι άλλοι που πιστεύουν πως ο άνθρωπος δίνει αξία και τελικά νόημα στο άθλημα, στο μετάλλιο, στη διάκριση. Ο 30χρονος πρωταθλητής, ο οποίος καταλήγει υπενθυμίζοντας πως το να μιλούν οι αθλητές για την ψυχική υγεία τους όχι μόνο δε συνιστά ντροπή, αλλά είναι αδήριτη ανάγκη, ανήκει αναντίρρητα στους δεύτερους.